ebannerespa

ΕΝΔΟΦΑΚΟΣ LASIK / PRK

Η ένθεση έμφακου ενδοφακού στον πρόσθιο θάλαμο (Αlcon cachet), αγκιστρωμένου στην ίριδα (Opthtec Artisan, Artiflex, AMO-Verisyne, Veriflex) ή πίσω απ’ την ίριδα (Staar), έμπροσθεν δηλαδή του φυσιολογικού κρυσταλλοειδούς φακού του ματιού, αποτελεί συχνά την πλέον ενδεδειγμένη επέμβαση διαθλαστικής διόρθωσης σε ορισμένους ασθενείς. Ο ιδανικός ασθενής είναι ο σχετικά νεαρός ενήλικας με ικανό εύρος προσαρμογής που η διόρθωση της μυωπίας του με Excimer laser δεν θεωρείται αρκετά ασφαλής σύμφωνα με τα διεθνή δεδεμένα. Στην πιο συνηθισμένη περίπτωση το διαθλαστικό σφάλμα είναι αρκετά υψηλό, συνήθως άνω των -8 διοπτριών μυωπίας και η εφαρμογή του laser στον κερατοειδή δεν ενδείκνυται λόγω συγκεκριμένων ευρημάτων κατά τον προεγχειρητικό έλεγχο. Ορισμένοι ασθενείς που έχουν τις προϋποθέσεις ασφαλείας να υποβληθούν και σε μια συνηθισμένη επέμβαση Excimer Laser (PRK/ASA ή Lasik) επιλέγουν τη μέθοδο του ενδοφθάλμιου φακικού ενδοφακού λόγω των πλεονεκτημάτων που μπορεί να έχει σε σχέση με το Εxcimer Laser.

Πλεονεκτήματα επέμβασης έμφακου ενδοφακού σε σχέση με τις επεμβάσεις PRK και LASIK

  1. Στην περίπτωση της ένθεσης φακικού ενδοφακού υπάρχει η δυνατότητα αναστρεψιμότητας της επέμβασης. Γενικότερα, η εισαγωγή του μικροσκοπικού ενδοφακού θεωρείται σχετικά απλή διαδικασία και η αφαίρεση του ακόμα ευκολότερη. Αντίθετα, η εφαρμογή του excimer laser στον κεραοτειδή δεν είναι δυνατό απλά να αντιστραφεί χωρίς ένθεση νέου στρώματος από κερατοειδή δότη, διαδικασία πολύ πιο δύσκολη και χρονοβόρα απ΄ ότι η αφαίρεση ενός έμφακου ενδοφακού (βλ. μερικού πάχους πρόσθια κερατοπλαστική).
  2. Σε πολλές περιπτώσεις που η ένθεση φακικού ενδοφακού προτιμάται, η χρήση Excimer laser θα παραμόρφωνε και δεν θα διαμόρφωνε την καμπυλότητα και άρα τις οπτικές ιδιότητες του κερατοειδούς. Αυτό έχει αποτέλεσμα –τουλάχιστον σε τέτοιες οριακές καταστάσεις μεγάλης μυωπίας ή και σε συγκεκριμένες περιπτώσεις υπερμετρωπίας – η σταθερότητα της διόρθωσης στον χρόνο αλλά και η ποιότητα της όρασης με τη χρήση φακικών ενδοφακών να είναι σαφώς καλύτερη απ’ την ποιότητα όρασης με χρήση στο ίδιο μάτι οποιουδήποτε excimer laser πάνω ή μέσα στον κερατοειδή.
  3. Με την αποφυγή Excimer laser πάνω στο μάτι ειδικά με διορθώσεις άνω των -9.00 βαθμών είναι πιο εύκολη η μέτρηση της ενδοφθάλμιας πίεσης μετά την επέμβαση με συμβατικά τουλάχιστον τονόμετρα πίεσης. Σε περιπτώσεις διόρθωσης μεγάλης μυωπίας με laser έχει παρατηρηθεί μια σημαντική μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης που όμως οφείλεται σε λάθος μέτρηση, δηλαδή λάθος εκτίμηση της ενδοφθάλμιας πίεσης και όχι σε πραγματική μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης. Επίσης λόγω της διόρθωσης της μυωπίας με laser δεν είναι δυνατόν με συμβατικό τρόπο ο ορθός υπολογισμός της διοπτρικής δύναμης του ενδοφακού που θα χρησιμοποιηθεί σε περίπτωση ανάπτυξης καταρράκτη στο μέλλον. (Βέβαια είναι δυνατή η εκτίμηση της δύναμης του ενδοφακού με πιο σύγχρονες μεθόδους)

Μειονεκτήματα μεθόδου ένθεσης φακικού ενδοφακού σε σχέση με τις επεμβάσεις PRK και LASIK

  1. H επέμβαση ένθεσης φακικού ενδοφακού γίνεται μέσα στον οφθαλμό και όχι πάνω σ’ αυτόν (και έξω απ’ τον οφθαλμό) όπως γίνεται με το laser. Στην εξαιρετικά σπάνια περίπτωση κάποιας διεγχειρητικής μόλυνσης ο οφθαλμός στον οποίο έχει τοποθετηθεί ενδοφακός κινδυνεύει, τουλάχιστον θεωρητικά περισσότερο, για σοβαρή απώλεια της όρασης. Πρέπει όμως να σημειωθεί ότι ενδοφθαλμίτιδα από ένθεση φακικού ενδοφακού έχει ανακοινωθεί στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ μόνο μία φορά τα τελευταία 20 τουλάχιστον χρόνια και μάλιστα κατά την ένθεση φακικού ενδοφακού που δεν χρησιμοποιείται πλέον.
  2. Η προβλεψιμότητα της πλήρους αντιρρόπησης της αμετρωπίας (δηλαδή του διαθλαστικού σφάλματος) είναι εξαιρετική και τουλάχιστον το ίδιο υψηλή με τη χρήση Excimer laser τελευταίας γενιάς. Η επιτυχία εξαρτάται βέβαια από την ακρίβεια των προεγχειρητικών μετρήσεων που δεν εξαντλείται μόνο στην ακρίβεια της προεγχειρητικής διάθλασης. Στη σπάνια περίπτωση μετεγχειρητικής διαθλαστικής αστοχίας συνήθως αποφεύγουμε την αντικατάσταση του ενδοφακού, γιατί η αστοχία είναι συνήθως πολύ μικρή. Στην περίπτωση αυτή συστήνεται, εάν ο ασθενής έχει υποκειμενικά συμπτώματα, η διόρθωση του εναπομείνοντος διαθλαστικού σφάλματος στην επιφάνεια του οφθαλμού με Excimer laser (PRK ή Lasik). Η μέθοδος συνδυασμού Excimer laser (PRK ή Lasik) και έμφακου ενδοφακού ονομάζεται Bioptics και η ιατρική οφθαλμολογική ομάδα του Athens Vision έχει ίσως την μεγαλύρτερη εμπειρία στον ελλαδικό χώρο από το 2001.
  3. Ο φακικός ενδοφακός πρέπει απαρέγκλιτα να παρακολουθείται προληπτικά τουλάχιστον μία φορά το χρόνο για μεγάλο χρονικό διάστημα. Συστήνεται ο έλεγχος να συνεχίζεται εφ’ όρου ζωής. Στις εξετάσεις αυτές δίνουμε ιδιαίτερο βάρος στη μέτρηση της ενδοφθάλμιας πίεσης, στην ενδοθηλιοσκόπηση και τοπογραφία του κερατοειδούς, στην εύρεση υποκλινικής διασποράς χρωστικής ή ενδοφθάλμιας υποκλινικής φλεγμονής και παρακολούθηση της απόστασης του ενδοφακού από το φυσικό κρυσταλλοειδή φακό του ματιού και τον κερατοειδή.

Σε περίπτωση που παρά την καλή όραση ο ιατρός παρατηρήσει κάποια απτή ένδειξη οφθαλμικού προβλήματος, τότε συνήθως συστήνεται η αφαίρεση του ενδοφακού και διόρθωση του διαθλαστικού σφάλματος με αφαίρεση του κρυσταλλοειδούς φακού (PRELEX – presbyopic lens exchange ή CLE – clear lens extraction). Υπολογίζουμε ότι η μέση παραμονή του φακού στον οφθαλμό θα είναι γύρω στα 30 χρόνια και κατόπιν θα συστήνεται η αντικατάσταση τους με ενδοφακούς που θα χρησιμοποιούνται τότε.

Aντίθετα, αν έχει γίνει κατά την πρώτη επέμβαση χρήση του Excimer laser o ασθενής μπορεί να υποβληθεί εν νέου σε επανεπέμβαση (retreatment), εάν βέβαια πληροί εκ νέου τις προϋποθέσεις ασφαλείας. Ο χρόνος της επανεπέμβασης ορίζεται συνήθως μετά από 4 τουλάχιστον εβδομάδες στην περίπτωση Lasik και 6 μήνες στην περίπτωση που κατά την πρώτη επέμβαση χρησιμοποιήθηκε η τεχνική PRK.

Skip to content